Beruflich Dokumente
Kultur Dokumente
ΝΗΜΑΣ
Η Γραµµατική αυτή υπήρξε πράγµατι ένας άθλος και αποτελεί «µνηµείο συνθετι-
κής προσπάθειας». Όµως, όπως όλα τα έργα των ανθρώπων, έχει και αυτή τις αδυνα-
µίες της. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στηρίχθηκε στον προφορικό λόγο, που µό-
λις άρχιζε να παίρνει τη γραπτή του µορφή µε τις καταγραφές των δηµοτικών τρα-
γουδιών και των άλλων µνηµείων του κοινού λαϊκού λόγου ή µε τις πρώτες δηµοτικι-
στικές δηµιουργίες των Επτανησίων λογοτεχνών, όπως σηµειώνει ο αείµνηστος κα-
θηγητής και ακαδηµαϊκός Αγαπητός Τσοπανάκης.
Οι συντάκτες της σχολικής Γραµµατικής του 1976 θεώρησαν τη Γραµµατική του
Τριανταφυλλίδη ως Ευαγγέλιο και υιοθέτησαν από αυτήν στοιχεία, τα οποία ο ίδιος ο
Τριανταφυλλίδης, αν ζούσε σήµερα, θα απέρριπτε. Άλλωστε έχουν περάσει από τότε
εβδοµήντα περίπου χρόνια και σε ό,τι αφορά τη γλώσσα µας πολλά έχουν αλλάξει.
Βασικό µειονέκτηµα της αποσυρθείσας σχολικής αυτής Γραµµατικής είναι ο ρυθ-
µιστικός και κανονιστικός της χαρακτήρας, ενώ θα έπρεπε να είναι περιγραφικός, να
αποτυπώνει δηλαδή την εκάστοτε γλωσσική πραγµατικότητα. ∆υστυχώς ό,τι συνέ-
βαινε παλαιότερα µε την Καθαρεύουσα, συνέβαινε ως τώρα µε τη ∆ηµοτική. Και αυ-
τό οδηγούσε (για πολλούς οδηγεί ακόµα) µερικές φορές σε αστεία αποτελέσµατα.
Πολλοί διανοούµενοι και εκπαιδευτικοί µε επιστηµονικά άρθρα αλλά και δηµο-
σιεύµατα στον Τύπο επεσήµαιναν την ανεπάρκεια της εν λόγω Γραµµατικής και πρό-
τειναν είτε την αναθεώρησή της είτε την συγγραφή νέας προσαρµοσµένης στη σύγ-
χρονη γλωσσική πραγµατικότητα.
Την αναγκαιότητα αυτή ενστερνίστηκε επιτέλους το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και η
πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας το 2003, οπότε στην προκήρυξη για τη
συγγραφή νέων βιβλίων στο γυµνάσιο και το δηµοτικό συµπεριέλαβε και αντίστοιχα
βιβλία Γραµµατικής της Νέας Ελληνικής. Εξ αιτίας διαφόρων αγγυλώσεων και γρα-
φειοκρατικών εµποδίων οι νέες αυτές Γραµµατικές, µολονότι ήταν έτοιµες πριν από
χρόνια, τυπώθηκαν και διανεµήθηκαν στα σχολεία µόλις το φθινόπωρο του 2011 και
διδάχτηκαν για πρώτη φορά την προηγούµενη σχολική χρονιά! (Εικ. 4, 5)
Ας δούµε όµως τώρα τα βασικά χαρακτηριστικά και µερικές καίριες διορθώσεις
- βελτιώσεις που επιφέρει η Γραµµατική Nέας Ελληνικής Γλώσσας Α΄, Β΄, Γ΄ Γυ-
µνασίου των Σωφρόνη Χατζησαββίδη και Αθανασίας Χατζησαββίδου σε σύγκρι-
ση µε όσα διαλάµβανε η παλιά. Κυρίως όµως θα σταθούµε στη Μορφολογία:
καν αρνητικές κριτικές, ώσπου τον περασµένο Ιούλιο µια “δασκάλα”, η οποία αγνοεί
τη διαφορά µεταξύ φθόγγων και γραµµάτων έγραψε στο ∆ιαδίκτυο ότι η νέα Γραµ-
µατική του ∆ηµοτικού καταργεί κάποια φωνήεντα (η, υ, ω). Αυτό ήταν αρκετό να
ξεκινήσει ένας φοβερός θόρυβος στον Τύπο και στο ∆ιαδίκτυο εναντίον του βιβλίου
αυτού. Γνωστοί ανησυχούντες αρθρογράφοι και σχολιαστές, διάφοροι πατριδοκάπη-
λοι, καθώς και ελάχιστοι, ευτυχώς, πολιτικοί βρήκαν προσφιλές αντικείµενο για να
ασχοληθούν. Υποβλήθηκε µάλιστα και σχετική ερώτηση στη Βουλή από τον γνωστόν
της µιας ηµέρας πρώην πρόεδρό της! Το θλιβερότερο είναι ότι κανένας από αυτούς
δεν είχε τη στοιχειώδη πρόνοια να διαβάσει το βαλλόµενο βιβλίο, για να βεβαιωθεί
πως όλα τα “φωνήεντα” (µε την παλιά ορολογία) είναι στη θέση τους!
∆υστυχώς, η επιπολαιότητα και η ανευθυνότητα παραµένουν βασικά γνωρίσµατα
της φυλής µας.
2. Τελικό ν (σ. 21)
Η µεγαλύτερη σύγχυση και ταλαιπωρία που δηµιουργούσε η παλιά Γραµµατική
σε όσους ήθελαν να γράφουν σύµφωνα µ’ αυτή, είναι στη χρήση του τελικού ν.
Έχει δυο σελίδες (38-39) (Εικ. 11) µε κανόνες για το πού φυλάγεται και πού χάνε-
ται το τελικό ν µε αποτέλεσµα, χωρίς κανέναν σοβαρό λόγο ταλαιπωρούνται ασκό-
πως µαθητές, δάσκαλοι, γονείς, συγγραφείς, αλλά και ο κάθε πολίτης. Κατά την πα-
λιά Γραµµατική, το άρθρο τον, την, το αριθµητικό και αόριστο άρθρο έναν, η προσω-
πική αντωνυµία τρίτου προσώπου αυτήν, την και τα άκλιτα δεν, µην φυλάγουν το τε-
λικό ν, όταν η ακόλουθη λέξη αρχίζει από φωνήεν ή σύµφωνο στιγµιαίο (κ, π, τ, µπ,
ντ, γκ, τσ, τζ) ή διπλό (ξ, ψ) και χάνουν το τελικό ν, όταν η ακόλουθη λέξη αρχίζει από
σύµφωνο εξακολουθητικό (γ, β, δ, χ, φ, θ, µ, ν, λ, ρ, σ, ζ).
Έτσι πρέπει να γράφουµε:
τον άρρωστο πατέρα αλλά το γερό άνθρωπο,
την έξυπνη κίνηση αλλά τη γερή καρδιά,
τον Κώστα αλλά το Γιώργο, το Συµεών, το ∆αβίδ,
την Καλλιόπη αλλά τη Γεωργία, τη Μαρία,
τον Ουγκώ αλλά το Θερβάντες, το Μάο (Τσε Τουγκ),
τον Τσέχωφ αλλά το Βούδα, το Γκαίτε (τον συγγραφέα
ή το ινστιτούτο;),
έναν καιρό αλλά ένα φίλο
δεν παίζω αλλά δε θέλω, δε λέγω, δε µε νοιάζει.
Και ευλόγως διερωτιόνταν πολλοί:
– Μα είναι λάθος να γράφω: τον δυνατό παλαιστή, την γερή καρδιά, τον Γιώργο,
τον Συµεών, τον ∆αβίδ, την Γεωργία, τον Νίκο, τον Θερβάντες, τον Μάο Τσε
Τουγκ, τον Βούδα, τον Γκαίτε (για τον συγγραφέα), δεν θέλω, δεν λέγω, δεν µε νοιά-
ζει κλπ., ούτως ώστε να ξεχωρίζουν αµέσως τα αρσενικά ονόµατα από τα ουδέτερα;
Ακούγοντας κάποιον να λέει ότι είδε ένα φίλο, τί καταλαβαίνουµε: ότι είδε κάποιον
φίλο του ή ότι είδε ένα φύλλο δέντρου;
Γιατί έπρεπε να βασανίζουµε τους άλλους και να βασανιζόµαστε κι εµείς ψάχνο-
ντας στα συµφραζόµενα για να προσδιορίσουµε το γένος κάποιου επιθέτου;
Αλήθεια πώς θα ξεχωρίσουµε τη σηµασία της λ. το δέντρο (αιτιατική) στη φράση ο
Γιάννης έκοψε το δέντρο; Πρόκειται για ένα τυχαίο δέντρο, αορίστου είδους; ∆ηλαδή
µπορεί να είναι µια µηλιά, ένας πλάτανος, ένα πεύκο ή οτιδήποτε άλλο; Κι όµως τα
πράγµατα µπορεί να µην είναι έτσι. Ο χωρικός της ∆υτ. Θεσσαλίας και της ∆υτ. Μα-
κεδονίας χρησιµοποιεί τη λ. ο δέντρος (αρσενικού γένους) για να δηλώσει ένα συγκε-
κριµένο δέντρο, τη βαλανιδιά. Υπάρχουν στίχοι σε δηµοτικά τραγούδια της Θεσσαλί-
ας, που κάνουν πολύ σαφή τη διάκριση. Αναφέρω ένα παράδειγµα:
«Τίποτας δε µ’ άρεσε,
ένας δέντρος µ’ άρεσε,
φουντωτός, καµαρωτός».
4
Αλλά είναι επίσης πολύ διαδεδοµένη και η φράση «ξύλα δέντρινα», µε την οποία
εννοούνται ασφαλώς τα ξύλα της βαλανιδιάς.
Εποµένως άλλο δέντρο εννοείται µε τη φράση «Ο Γιάννης έκοψε το δέντρο» (ου-
δέτερο) και άλλο µε τη φράση «Ο Γιάννης έκοψε τον δέντρο» (αρσενικό). Στην πρώ-
τη περίπτωση εννοείται οποιοδήποτε δέντρο, ενώ στη δεύτερη ένα συγκεκριµένο δέ-
ντρο, η βελανιδιά.
Από τον φόβο πολλοί µήπως παραβούν τον κανόνα της Γραµµατικής έφτασαν στο
σηµείο να µη βάζουν πουθενά το τελικό ν, ακόµα ούτε µπροστά από λέξεις που αρχί-
ζουν από φωνήεν!
Έτσι θα δει κανείς καθηµερινά στον τύπο και τους υπότιτλους των ξένων ταινιών
στην τηλεόραση περιπτώσεις όπως: το Παυσανία, το Κίµωνα, το Ηρακλή, το Κώστα,
τη πόλη κλπ. Εδώ θα µπορούσε κανείς να παραθέσει σωρεία δειγµάτων. Ας δούµε
µερικά:
Το πρώτο (Εικ. 12) είναι από βιβλίο αριστούχου πτυχιούχου του Τµήµατος Ιστορί-
ας και Αρχαιολογίας του Παν/µίου Αθηνών και υποψηφίου διδάκτορα του ίδιου
Παν/µίου. Στο εν λόγω βιβλίο έχει καταργηθεί εντελώς το τελικό ν από την αιτιατική
των άρθρων. Από νιοφοβία προφανώς.
Το δεύτερο (Εικ. 13) είναι από ένα δηµοσίευµα τοπικής εφηµερίδας. Να και µερικά
ακόµη δείγµατα (Εικ. 14, 15).
Γιατί λοιπόν έτσι άκριτα έπρεπε να φτωχαίνουµε τη γλώσσα µας και συγχρόνως να
την κάνουµε πιο δυσνόητη;
Το επιχείρηµα ότι στον προφορικό λόγο δεν προφέρεται το τελικό ν και η αντίληψη
ότι το ν είναι το σήµα κατατεθέν της Καθαρεύουσας θεωρούνται στη σηµερινή
γλωσσική πραγµατικότητα αβάσιµα. Πολλοί κορυφαίοι επιστήµονες πρότειναν την
διατήρηση του τελικού ν, ιδίως στο αρνητικό µόριο δεν και την αιτιατική του άρθρου
τον. Ο καθηγητής Αριστόβουλος Μάνεσης στο βιβλίο του ∆ίκαιο, Σύνταγµα, Πολιτική
(Αθήνα 1984, σσ. 138 κ.ε.) επικρίνει τον «φανατικό και αδιάλλακτον αντι-νι-ισµό», ο
δε καθηγητής Αγ. Τσοπανάκης, ο βαθύτερος γνώστης της Νέας Ελληνικής µετά τον
Τριανταφυλλίδη και τον Τζάρτζανο, έγραψε ειδική µελέτη για το τελικό ν. Αλλά και
άλλοι σπουδαίοι νεοελληνιστές, τους οποίους κανείς δεν µπορεί να κατηγορήσει ως
συντηρητικούς, γλωσσικά και ιδεολογικά, χρησιµοποιούσαν πάντα το τελικό ν. Το
ίδιο κάνουν εδώ και πολλά χρόνια οι έγκριτες εφηµερίδες Το Βήµα και Τα Νέα.
Η γλωσσική πραγµατικότητα και η αποκτηθείσα εµπειρία από την τριακονταετή
διδασκαλία και εφαρµογή της Γραµµατικής της ∆ηµοτικής οδήγησαν στην αναθεώ-
ρηση των ρυθµίσεων για το τελικό ν. Είναι καιρός οι φιλόλογοι και οι δάσκαλοι να
ασχοληθούν µε τις άλλες αδυναµίες των γραπτών των µαθητών τους και όχι µε την
παράλειψη ή µη του τελικού ν.
Σε µια εποχή που διάφορες κοσµοθεωρίες αµφισβητούνται και ανατρέπονται, τείχη
υπαρκτά και ιδεολογικά γκρεµίζονται, εκατοντάδες καινούργιες εκφράσεις εµφανίζο-
νται στο λεξιλόγιό µας και πολλές λόγιες λέξεις χρησιµοποιούνται για την κάλυψη των
επιστηµονικών κυρίως αναγκών, χρειάστηκαν τριάντα πέντε (35) ολόκληρα χρόνια (ό-
σα και αυτά που υπηρέτησα) για να αντικατασταθεί µια Γραµµατική, η οποία, κατά
βάση, συντάχτηκε πριν από τον Πόλεµο και µε πολύ διαφορετικά δεδοµένα.
Έτσι σύµφωνα µε την καινούρια Γραµµατική διατηρείται πάντοτε στον γραπτό
λόγο το τελικό ν
• στην αιτιατική ενικού του αρσενικού γένους του οριστικού και του αόριστου
άρθρου (τον / στον, έναν)
• στην αιτιατική ενικού του αρσενικού γένους της προσωπικής αντωνυµίας (αυ-
τόν, τον)
• στη λέξη σαν
5
Κατά την παλιά Γραµµατική (σ. 83), όλα ανεξαιρέτως τα αρσενικά σε -ής σχηµατί-
ζουν την κλητική σε -η: ναύτη, νικητή. «Κατά το ναύτης κλίνονται τα ονόµατα: επι-
βάτης, εργάτης, κυβερνήτης, ειρηνοδίκης κ.ά.». (Εικ. 20). Στα άλλα, τα αναφέρει ο
Αγ. Τσοπανάκης στη µεγάλη Γραµµατική του, συµπεριλαµβάνονται και όλα όσα έ-
χουν ως β΄ συνθετικό το -άρχης, δηλ. και τα: ενωµοτάρχης, γυµνασιάρχης, λυκειάρ-
χης, νοµάρχης, ταγµατάρχης, πλωτάρχης κ.ά.
Κατά το νικητής έπρεπε να κλίνονται εποµένως και τα ονόµατα καθηγητής, διευθυ-
ντής και διοικητής.
Σύµφωνα λοιπόν µε τη Γραµµατική αυτή πρέπει να προσφωνούµε: κύριε λυκειάρχη, κύριε νο-
µάρχη, κύριε ταγµατάρχη, κύριε καθηγητή, κύριε διευθυντή, κύριε διοικητή κλπ. και όχι κύριε
λυκειάρχα, κύριε νοµάρχα, κύριε ταγµατάρχα, κύριε καθηγητά, κύριε διευθυντά, κύριε διοικητά
κλπ., όπως συµβαίνει στις καθηµερινές µας σχέσεις, αφού κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν λέει:
κύριε καθηγητή και κύριε διευθυντή, εκτός και αν θέλει να πειράξει κάποιον. Στον Στρατό βέβαια
κανένας κατώτερος, ούτε ο υποδιοικητής, θα σκεφτόταν ποτέ να προσφωνήσει τον διοικητή του
κύριε διοικητή. Καθ’ όλη την 35ετία της διδασκαλίας της παλιάς Γραµµατικής υπήρξαν, ίσως
6
υπάρχουν ακόµα, κάποιοι, οι οποίοι νοµίζοντας ότι έτσι θα φανούν «προοδευτικοί» χρησιµοποι-
ούσαν αυτούς τους τύπους προκαλώντας τα ειρωνικά σχόλια των ακροατών τους..
Σύµφωνα µε την νέα Γραµµατική (σσ. 34-35) τα ονόµατα που δηλώνουν κάποιο αξίωµα δια-
τηρούν στην κλητική την κατάληξη -α. (Εικ. 21). ∆ηλαδή λέµε και γράφουµε: κύριε διευθυντά,
όχι διευθυντή, κύριε καθηγητά, όχι καθηγητή, κύριε δικαστά, όχι δικαστή.
Άλλωστε όλος ο λαός τα χρησιµοποιεί. Εξαίρεση οι δάσκαλοι και οι φιλόλογοι
που ήταν (ή είναι ακόµα) προσηλωµένοι στον άστοχον αυτόν κανόνα της παλιάς
Γραµµατικής.
Και όλως παραδόξως στη σχολική Γραµµατική του 1976 υπάρχει σ’ αυτά τα παρα-
δείγµατα περισσότερη ανοχή στις λόγιες καταλήξεις σε -εως, απ’ ό,τι στη (µεγάλη)
Νεοελληνική Γραµµατική του 1941 και τη Μικρή Νεοελληνική Γραµµατική του Μανό-
λη Τριανταφυλλίδη (1949), όπου ο τύπος σε -εως γίνεται δεκτός σε υποσηµείωση
(σσ. 244 και 103 αντιστοίχως: «Η γενική του ενικού, ιδίως των υπερδισυλλάβων,
σχηµατίζεται και σε -εως, κατεβάζοντας τον τόνο κατά µία συλλαβή: της δυνάµεως,
της ειδήσεως, της συντάξεως»).
Στη νέα Γραµµατική αυτή η αστοχία απαλείφεται και δίνονται περισσότερα και ε-
πιτυχή δείγµατα κλίσεως ονοµάτων σε -η (σ. 39). (Εικ. 24, 25).
∆ίνονται ακόµα δείγµατα κλίσεως ιδιόκλιτων ονοµάτων (Εικ. 26).
Στην παλιά Γραµµατική (σ. 110, παρ. 168), δίνεται ως κλιτικό δείγµα, για τα επί-
θετα που λήγουν σε -ύς, -ιά, -ύ, το επίθετο ο βαθύς, η βαθιά, το βαθύ (Εικ. 27).
Σύµφωνα µε το παράδειγµα αυτό κλίνονται τα επίθετα: αδρύς, αψύς, βαρύς, δασύς,
ελαφρύς, µακρύς, παχύς, πλατύς, τραχύς, φαρδύς (Εικ. 28). Πράγµατι όλα αυτά τα επί-
θετα µπορούν να κλιθούν σύµφωνα µε το επίθετο βαθύς. ∆εν υπάρχει όµως δείγµα
για τα επίθετα που λήγουν σε -ύς, -εία, -ύ, όπως: ο αµβλύς, ο δριµύς, ο ευθύς, ο ευρύς,
ο θρασύς, ο οξύς, ο ταχύς, ο ήµισυς, τα οποία χρησιµοποιούνται τόσο στην καθηµερι-
νή µας οµιλία, όσο και, κυρίως, σε επιστηµονικές εργασίες ή κείµενα και ακολουθούν
την αρχαία κλίση.
Σύµφωνα µε τη σχολική Γραµµατική ή δεν θα πρέπει να τα χρησιµοποιούµε καθό-
λου ή, αν τα χρησιµοποιούµε, πρέπει να σκεφτούµε µήπως κλίνονται σύµφωνα µε το
παράδειγµα που δίνει. ∆ηλαδή να λέµε και να γράφουµε:
του οξιού αντί του οξέος εµφράγµατος, η οξιά αντί η οξεία γωνία, η ταχιά αντί η τα-
χεία αµαξοστοιχία, η ευθιά αντί η ευθεία γραµµή, η ευριά αντί η ευρεία συναίνεση, η
δριµιά αντί η δριµεία επίθεση κ.ο.κ.
Όπως σε όλα τα δύσκολα, έτσι και σ’ αυτή την περίπτωση η Γραµµατική σιωπά!
Στις σσ. 102-104, ανάµεσα στα ιδιόκλιτα ουσιαστικά, συµπεριλαµβάνεται και το οξύ,
το οποίο εδώ κλίνεται, και πολύ σωστά βεβαίως, σύµφωνα µε το τυπικό της καθαρεύ-
ουσας (το οξύ, του οξέος, τα οξέα, των οξέων κλπ.).
Η παράθεση δείγµατος επιθέτου σε -ύς, -εία, -ύ ήταν αναγκαία. Έτσι η νέα Γραµ-
µατική (σσ. 51-52, Εικ. 29) διαχωρίζει και διασαφηνίζει επαρκώς τα επίθετα σε -ος, -
ια, ο, σε -ύς, ιά, -ύ, σε ύς, -εία, -ύ και σε -ής, ιά, -ί δίνοντας ως παραδείγµατα αντι-
στοίχως τα επίθετα:
ο γλυκός, η γλυκιά, το γλυκό, ο βαρύς, η βαριά, το βαρύ, ο βραχύς, η βραχεία, το
βραχύ και ο χρυσαφής, η χρυσαφιά, το χρυσαφί.
Σηµείωση.
Εδώ µπορούµε να προσθέσουµε και µια ακόµη διπλοτυπία που δεν αναφέρεται.
Λέµε τα βαριά πράγµατα, αλλά τα βαρέα επαγγέλµατα (Κάτω τα χέρια απ’ τα βαρέα:
γνωστό σύνθηµα σε πορείες εργατών).
Υπάρχει επίσης παράθεση παραδειγµάτων κλίσεως και άλλων χρησιµοποιούµενων
αρχαιόκλιτων επιθέτων (σσ. 55-56).